Κείμενο: Κωνσταντίνος Αμπατζής, Φωτογραφίες: Νίκος Παλαιολόγος/SOOC
Περάσαμε μερικές ώρες στο πρόγραμμα
μη τυπικής εκπαίδευσης της Έλιξ.
Ο δάσκαλος κρατάει στο ύψος του κεφαλιού του μια σελίδα από το κόμιξ της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων και ζητάει από τα παιδιά να του περιγράψουν αυτά που βλέπουν. Στη σελίδα 2 του γεμάτου χρώματος χαρτιού, η Αλίκη ακολουθεί τον λαγό κάτω απ’ τον φράκτη και τα 21 παιδιά ηλικίας από 9 ως 11 ετών, περιγράφουν φωναχτά τις εικόνες. Κάποια σε ελληνικά, άλλα στα αγγλικά, μερικά σε διαλέκτους τις οποίες δεν μπορώ να πιάσω.
Τα 18 αγόρια και τα 3 κορίτσια της αίθουσας δείχνουν πάντως να απολαμβάνουν το μάθημα και σημειώνουν στα τετράδιά τους αυτά που γράφει ο δάσκαλος στον πίνακα, ενώ την ίδια στιγμή δύο διερμηνείς μεταφράζουν στα παιδιά όσα δεν καταλαβαίνουν. Τα κουρδικά τα έχει αναλάβει ο Κόγκερ, ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα 30 ημερών, εν μέσω της κουρδικής κρίσης και σήμερα, αρκετά χρόνια μετά, είναι αυτός που μαθαίνει στα μικρά παιδιά την ελληνική γλώσσα.
Οι τοίχοι της σχολικής αίθουσας στο κτίριο της οδού Πατησίων, είναι γεμάτοι με ζωγραφιές και στα πρόσωπα των παιδιών σχηματίζονται πλατιά χαμόγελα κάθε φορά που φωνάζουν ‘teacher’, όπως αποκαλούν όλους τους ‘μεγάλους’.
Εκείνη η Τετάρτη, θα ήταν μια απόλυτα φυσιολογική -ίσως και βαρετή- Τετάρτη για κάθε παιδί της ηλικίας τους. Για τα συγκεκριμένα προσφυγόπουλα, αρκετά εκ των οποίων έχουν ζήσει τη φρίκη του πολέμου και αναγκάστηκαν να αφήσουν τις πατρίδες τους, αυτό το καθημερινό δίωρο, όχι μόνο δεν είναι βαρετό, αλλά σημαίνει για εκείνα την επιστροφή σε μία στοιχειώδη κανονικότητα, την ευκαιρία να νιώσουν και πάλι ότι κάπου ανήκουν κι έχουν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες ευκαιρίες με τα άλλα παιδιά της ηλικίας τους.
Είναι η ευκαιρία να νιώσουν και πάλι παιδιά και να τους απασχολεί γιατί η Αλίκη πήγε κάτω από το φράκτη, τι μπορεί να έχει στο μυαλό του ο λαγός και τελικά, πώς γράφονται όλες αυτές οι παράξενες λέξεις. Όλα όσα πρέπει να απασχολούν δηλαδή ένα μικρό παιδί που πριν καν κλείσει δεκαετία σε αυτόν τον σάπιο κόσμο, χρειάστηκε να μάθει τι σημαίνει πόλεμος, βόμβες και πείνα.
Το πρόγραμμα της ‘Ελιξ
Αυτό που λίγοι καταλαβαίνουν, ή τουλάχιστον λίγοι του δίνουν την πρέπουσα σημασία, είναι πως για τα παιδιά που βρέθηκαν στη χώρα μας εγκαταλείποντας με βία τις δικές τους, εκτός απ’ την εξασφάλιση τροφής και στέγης, δεν παύει να είναι αναγκαία και η πρόσβαση στην παιδεία, έστω κι αν μοιραία, περνάει σε δεύτερη μοίρα μπροστά στις βασικές βιοτικές ανάγκες. Κάτι που φαντάζει από δύσκολο έως αδύνατο, αν δεν προετοιμαστούν κατάλληλα γι’ αυτό. Ευτυχώς, απ’ τον Νοέμβριο του 2016, το συγκεκριμένο ρόλο έχει αναλάβει το πρόγραμμα της
‘Ελιξ. Η διευθύντρια της μη κυβερνητικής οργάνωσης, Γιούντιτ Βούντερλιχ-Αντωνίου τονίζει: “Η Έλιξ, από την ίδρυσή της, έχει ως στόχο την ενεργή συμμετοχή και την διαμόρφωση πολιτών του κόσμου. Δεν θα μπορούσαμε, λοιπόν, να μείνουμε αμέτοχοι όταν χιλιάδες πρόσφυγες άρχισαν να φτάνουν στην Ελλάδα. Σχεδιάσαμε ένα πρόγραμμα, βασισμένοι στην εμπειρία 30 ετών, που στηρίζει έμπρακτα τα πλέον ευάλωτα μέλη του προσφυγικού πληθυσμού, τα παιδιά. Μετά από αρκετούς μήνες δουλειάς, αποδεικνύεται στην πράξη πως η ένταξη των προσφύγων στην ελληνική κοινωνία είναι εφικτή, αρκεί να δουλέψουμε όλοι μαζί, αρκεί να δώσουμε έμφαση στην παιδεία”.
Συγκεκριμένα, από το Νοέμβριο του 2016, η Έλιξ υλοποιεί το πρόγραμμα “Ποιοτική μάθηση μέσα από το παιχνίδι και μη τυπική εκπαίδευση, ενισχυμένη ψυχοκοινωνική υγεία και θετική ενσωμάτωση για παιδιά-πρόσφυγες σχολικής ηλικίας στην Ελλάδα” σε 12 σημεία της χώρας. Μέσα από αυτό το πρόγραμμα, περισσότερα από 2.500 παιδιά πρόσφυγες,αλλά και οι γονείς τους, έχουν αποκτήσει πρόσβαση σε ένα ευέλικτο και αξιόπιστο πλαίσιο μη-τυπικής εκπαίδευσης, μαθαίνοντας τη μητρική τους γλώσσα, αγγλικά, ελληνικά, μαθηματικά, δεξιότητες ζωής και πολιτική αγωγή, ώστε να ενισχύσουν την εκπαιδευτική τους πορεία και να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις δυνατότητές τους.
Η Ιωάννα
Το πρόγραμμα, υλοποιείται από την Έλιξ σε συνεργασία με την οργάνωση FCA Finn Church Aid και την Teachers Without Borders, χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή - Γενική Διεύθυνση Ευρωπαϊκής Πολιτικής Προστασίας και Επιχειρήσεων Ανθρωπιστικής Βοήθειας και την Εκκλησία της Σουηδίας και υποστηρίζεται από τη UNICEF. Η παραχώρηση των σχολείων που διεξάγονται τα μαθήματα γίνεται μέσω του προγράμματος Ανοιχτά Σχολεία του Δήμου Αθηναίων, με αποκλειστικό δωρητή το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Εμείς, περάσαμε μια μέρα σε ένα από αυτά τα σχολεία και συνομιλήσαμε με την υπεύθυνη του προγράμματος, Ιωάννα Αποστολοπούλου, αλλά και με δασκάλους και διερμηνείς των παιδιών, οι οποίοι μας εξήγησαν λίγο καλύτερα τον τρόπο που λειτουργεί το πρόγραμμα. Αν και, τα χαμόγελα των παιδιών μας είχαν ήδη πείσει ότι το πρόγραμμα πετυ
Τα πρώτα δειλά βήματα και οι δυσκολίες χαίνει τον σκοπό του.
Προφανώς, η υλοποίηση ενός πρότζεκτ όπως αυτό της Έλιξ, συγκεντρώνει αναρίθμητες δυσκολίες οι οποίες πρέπει να ξεπερνιούνται καθημερινά. Η Ιωάννα μας εξηγεί κάποιες εξ αυτών, καθώς ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας απ’ την αρχή:
“Με την μεγάλη μετακίνηση του πληθυσμού το 2016, υπήρξε ανάγκη για εκπαίδευση, καθώς και το Υπουργείο Παιδείας δεν ήταν έτοιμο να διαχειριστεί όλο αυτό το μέγεθος. Υπήρχαν παιδιά, κυρίως σε camps, τα οποία δεν δέχονταν κάποιας μορφής εκπαίδευση και ήδη από τον Ιούλιο του 2016 τρέξαμε ένα δίμηνο πιλοτικό πρόγραμμα. Κάποια παιδιά από το camp του Ελαιώνα, για δύο περίπου εβδομάδες μεταφέρθηκαν σε γειτονικό σχολείο και έκαναν εκεί κάποιες δραστηριότητες μη τυπικής εκπαίδευσης”.
“Το πρότζεκτ αυτό πήγε πάρα πολύ καλά και το φθινόπωρο μπήκε και η Unicef στη συνεργασία, μας υποστήριξε σε θέματα χρηματοδότησης και τεχνογνωσίας και έκτοτε, έχουμε δραστηριοποιηθεί σε όλη την Ελλάδα. Είναι κάτι που αλλάζει συνεχώς μορφή, στην αρχή τα παιδιά πήγαιναν σε τάξεις μέσα στο camp, πλέον τους προσφέρονται περισσότερες δομές εκτός αυτών κι έτσι γίνεται λίγο πιο δύσκολη η συγκέντρωσή τους για να γίνουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα. Όταν σχεδιάζαμε το πρόγραμμα το φθινόπωρο του 2016, είχαμε στο μυαλό μας 4 camps και ξαφνικά ο πληθυσμός μετακινήθηκε, έπρεπε λοιπόν να αναπροσαρμοστούμε”.
“Στην Ελλάδα, τόσο οι NGOs όσο και οι εκπαιδευτικοί δεν έχουμε πείρα από ανθρωπιστική βοήθεια, είναι κάτι που έχει ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια. Με τη βοήθεια των οργανισμών που έχουν έρθει απ’ έξω, έχουμε αναπτύξει κι εμείς πλέον τεχνογνωσία. Το πρόγραμμα της Έλιξ, είναι το πρώτο και μεγαλύτερο που έχει υλοποιηθεί για εκπαίδευση σε τέτοιες συνθήκες έκτακτης ανάγκης. Εκτός από τις δεδομένες δυσκολίες, πρέπει να συνυπολογίσουμε και το στρες που έχει κάποιος που έρχεται από μια εμπόλεμη ζώνη. Στο πρόγραμμα υπάρχει και ψυχολόγος και κοινωνικός λειτουργός, γίνεται και case management για συγκεκριμένες περιπτώσεις παιδιών, αλλά και για την υποστήριξη των δασκάλων οι οποίοι καλούνται να χειριστούν πρωτόγνωρες καταστάσεις”.
“Και σε επίπεδο management είναι πολύ διαφορετικό να τρέχεις ένα τέτοιο πρότζεκτ. Η χρηματοδότηση από το εξωτερικό έρχεται πολύ αργότερα, όλα γίνονται την τελευταία στιγμή και καλείσαι να κάνεις μεγάλες αλλαγές πολύ γρήγορα. Έχουμε καταφέρει να τις κάνουμε όμως κι είμαστε πολύ περήφανοι γι’ αυτό, έχουμε φτάσει να διαθέτουμε πάνω από 70 δασκάλους, 2.500 παιδιά και πάνω από 350 γονείς. Το σημαντικό επίσης είναι ότι τα ποιοτικά στοιχεία δείχνουν ότι τα παιδιά ξαναέρχονται στα μαθήματα, έχουμε 65% ποσοστό επαναλαμβανόμενης συμμετοχής, ένα πολύ σημαντικό ποσοστό δεδομένου πως πολλά παιδιά φεύγουν από τη χώρα ή αντιμετωπίζουν πρωτίστως βασικές βιοτικές ανάγκες. Η εκπαίδευση έρχεται σε δεύτερη μοίρα όταν δεν έχεις πού να μείνεις”. Οι δυσκολίες φυσικά αφορούν και την ίδια την λειτουργία των μαθημάτων, με την Ιωάννα να περιγράφει:
“Τα περισσότερα παιδιά είχαν να πάνε σχολείο 2-3 χρόνια και κάποια ίσως να μην είχαν πάει και ποτέ. Έτσι δεν ξέρανε πώς να συμπεριφερθούν σε μια τάξη, να σέβονται τους κανόνες, να κάνουν μια εργασία, να έρχονται στην ώρα τους, να φέρνουν τα βιβλία τους”.
“Υπάρχει αρκετή επιθετικότητα στα παιδιά, γενικά έχουν μεγάλο στρες. Όταν αναπτύσσουν όμως μια σχέση εμπιστοσύνης με το δάσκαλο, μοιράζονται κάποια γεγονότα που σοκάρουν. Όταν σου λένε μια ιστορία απ’ τον πόλεμο, δεν είναι εύκολο να απαντήσεις αλλά έχουμε βρει τους τρόπους. Όλο αυτό βγαίνει και μέσα από τις εκθέσεις τους, τις ζωγραφιές, από ανοιχτές συζητήσεις. Με τα εφηβάκια ειδικά γίνονται συζητήσεις για το ρατσισμό, τις σχέσεις των φύλων, κι εκεί βγαίνουν πολλά βιώματα από το παρελθόν τους. Και μόνο το γεγονός πως τα εκφράζουν και τα βγάζουν από μέσα τους, τα βοηθάει και τα ενδυναμώνει”.
Τα μαθήματα που προσφέρονται
Εκτός από τα ‘συμβατικά’ μαθήματα που προετοιμάζουν τα παιδιά για την εκπαίδευση στα πλαίσια ενός ελληνικού σχολείου, υπάρχουν και μαθήματα όπως οι δεξιότητες ζωής. Η Ιωάννα μας εξηγεί τι ακριβώς αφορούν αυτά:
“Υπάρχει το μάθημα των δεξιοτήτων ζωής και η πολιτική αγωγή. Ανάλογα με την ηλικία, προσαρμόζονται οι δραστηριότητες, αλλά οι βασικοί εκπαιδευτικοί στόχοι είναι να εισάγουμε τα παιδιά στο ελληνικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο, στον τρόπο σκέψης, τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και σε πολύ πρακτικά, καθημερινά πράγματα, όπως το να πάρουν τη συγκοινωνία, να πάνε στο σούπερ μάρκετ, να συνεννοηθούν σ’ ένα νοσοκομείο. Παράλληλα, υπάρχουν πολλά workshops, έχουμε δασκάλους που εξειδικεύονται είτε στα ελληνικά ως δεύτερη γλώσσα, είτε στην διαπολιτισμική εκπαίδευση, ενώ πολλοί εξασκούν αυτό που ονομάζουμε εκπαίδευση μέσω τέχνης. Γίνονται έτσι εκθέσεις ζωγραφικής, επισκέψεις σε μουσεία, υπάρχουν θεατρικά workshops, προβολή ταινιών μικρού μήκους”.
“Απ’τον επόμενο χρόνο σχεδιάζουμε να προσθέσουμε και θετικές επιστήμες, όπως Φυσική και Χημεία, ανάλογα με την ομάδα που θα διδάξει ο κάθε δάσκαλος. Θέλουμε ακόμη να αναβαθμιστεί το μάθημα της μητρικής γλώσσας, δεν είναι απλό να βρεις δάσκαλο, δίνουμε πολύ έμφαση όμως σε αυτό. Όταν κάποιος μαθαίνει την μητρική του γλώσσα, είναι πιο εύκολο μετά να μάθει κι άλλες. Ειδικά τα μικρά παιδιά, αν δεν αναπτύξουν την κριτική σκέψη στην δική τους γλώσσα, δεν είναι εύκολο να αναπτυχθούν. Συν βέβαια ότι είναι ευκολότερο έτσι να διατηρήσουν την παράδοση και την πολιτιστική τους ταυτότητα”.
“Σε ό,τι αφορά τους εφήβους, αναλαμβάνουμε εξ ολοκλήρου την εκπαίδευσή τους. Οι περισσότεροι έφηβοι είναι ασυνόδευτοι και είναι εκτεθειμένοι σε όλων των ειδών τους κινδύνους. Έχουν χτίσει πάρα πολύ καλές σχέσεις με όλους τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι κάνουν πραγματικά εξαιρετική δουλειά. Πριν μερικές ημέρες κατέβηκε ένα πιτσιρίκι στην Ομόνοια κατά τη διάρκεια του διαλείμματος και όταν γύρισε είχε φάει ξύλο. Αμέσως ο δάσκαλος γύρισε το μάθημα και εξήγησε τους κινδύνους που υπάρχουν σε περιοχές όπως η Ομόνοια και πώς μπορούν τα παιδιά να τους αποφύγουν. Υπάρχει ακόμα το θέμα των ναρκωτικών, κάποια παιδιά εκδίδονται, δεν έχουν την σωστή πληροφόρηση. Είχε γίνει κι ένα workshop για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, για τις ουσίες, αλλά δεν τελειώνει αυτό ποτέ κι είναι μια συνεχής αγωνία που βιώνουν κι οι δάσκαλοι”.
“Η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική μέχρι τα 15, κάτι που σημαίνει ότι τα μεγαλύτερα παιδιά δεν έχουν πρόσβαση στη δυτική εκπαίδευση. Δεδομένου ότι έχουν πολύ σημαντικές ανάγκες, θα γίνουν σύντομα ενήλικες και θα χρειαστεί να βιοποριστούν, στις ηλικίες αυτές δίνουμε μια έμφαση στα life skills. Προσπαθούμε επίσης να συνεργαζόμαστε με άλλους φορείς και να τα παραπέμπουμε σε ό,τι καινούριο θα μπορούσε να τους ενδιαφέρει. Για τα παιδιά άνω των 18 θα λειτουργήσει κι ένα πιλοτικό πρόγραμμα στα πανεπιστήμια με όνομα ‘Camp for Campus’, στο οποίο προσφυγόπουλα θα μπορούν να παρακολουθήσουν μαθήματα του πρώτου έτους σε σχολές, με προϋπόθεση να έχουν τελειώσει το Λύκειο στη χώρα τους”.
“Τα κοριτσάκια άνω των 12, ειδικά από τα 14 και πάνω, δεν τα στέλνουν οι γονείς τους για μάθημα. Είναι κάτι που χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια. Έγινε στον Ελαιώνα ένα σημαντικό βήμα, γιατί δεν χρειαζόταν συγκοινωνία για να πας στο μάθημα, κάναμε τάξεις μόνο για κορίτσια, τις ενημερώσαμε. Το θέμα είναι ότι ούτε εκείνες το επιθυμούν, έχουν μεγαλώσει με τέτοιο τρόπο που στις μικτές τάξεις αισθάνονται άβολα. Πρέπει να τις ενδυναμώσουμε, να καταλάβουν ότι αν δεν έχουν τα κατάλληλα εφόδια θα χάσουν κρίσιμες ευκαιρίες για τη ζωή τους. Αυτές δεν είναι διαδικασίες που γίνονται αυτόματα, αλλά είναι ένας στόχος μας”.
“H πλειοψηφία των παιδιών είναι απ’ τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Έχουμε όμως τουλάχιστον άλλες 20 διαφορετικές χώρες προέλευσης, απ’ την Αφρική και την Ασία γενικότερα”.
“Το πρόγραμμα είναι ανοιχτό και σε μετανάστες που θέλουν να κάνουν μάθημα, έχουμε κάποιους που έχουν έρθει, η πλειονότητα όμως είναι πρόσφυγες”.
Στο κτίριο της Πατησίων, το οποίο φιλοξενεί καθημερινά παιδιά από 3 μέχρι και 17 ετών, εκτός από τους μικρούς μαθητές και τους δασκάλους, πηγαινοέρχονται συνεχώς και γονείς και τα παιδιά του προγράμματος μου εξηγούν τη σημασία που έχει για έναν άνθρωπο που λίγο καιρό πριν ζούσε σε συνθήκες πολέμου, να αισθάνεται και πάλι ότι έχει μια ρουτίνα. Η Ιωάννα μου εξηγεί τι προσφέρει το πρόγραμμα στους γονείς:
“Στους γονείς κάνουμε μαθήματα γλώσσας στην ουσία, καθώς τα παιδιά πολλές φορές έμπαιναν στην διαδικασία να κάνουν το μεταφραστή σε διάφορες συνεννοήσεις ενηλίκων, το οποίο δεν είναι το καλύτερο. Ενισχύουμε τις επικοινωνιακές δεξιότητες των γονιών για να έχουν τα παιδιά το περιθώριο για μια πιο φυσιολογική ανάπτυξη”.
“Υπάρχουν γονείς που ενδιαφέρονται πάρα πολύ για την εκπαίδευση των παιδιών τους και κάνουν εξειδικευμένες ερωτήσεις προς τους εκπαιδευτικούς, όπως για την προσέγγιση και την ύλη που θα καλύψουν. Άλλοι πάλι έχουν μια διαφορετική εικόνα για την εκπαίδευση, μιας και η κουλτούρα τους είναι διαφορετική, υπάρχει ένα πιο δασκαλοκεντρικό σύστημα κι είναι πιο αυστηρά τα πράγματα. Ειδικά στην αρχή υπήρχε πρόβλημα, το γεγονός ότι ο δάσκαλος ήταν φιλικός δεν είναι κάτι που το θέλανε, είχαν συνηθίσει να είναι αυστηρός κι αγέλαστος. Υπάρχουν συναντήσεις γονέων με δασκάλους και ενημερώνονται για διάφορα θέματα που τους ενδιαφέρουν και σιγά σιγά εντάσσονται στον δικό μας τρόπο εκπαίδευσης”.
“Πολλοί γονείς στην αρχή έμπαιναν στην τάξη για να δουν τι γίνεται, ειδικά στις μικρές ηλικίες”.
Οι δάσκαλοι του προγράμματος, έχουν να αντιμετωπίσουν πάρα πολλές ιδιαιτερότητες και καλούνται να ξεπεράσουν δυσκολίες για τις οποίες πολλοί δεν είχαν την κατάλληλη εκπαίδευση. Μέσα από αυτή τη διαδικασία έχουν μάθει όμως να μην φοβούνται τίποτα, όπως μου περιέγραψαν χαρακτηριστικά, έχουν γίνει ‘θηρία’.
“Οι δάσκαλοι έχουν τελειώσει είτε δημοτική εκπαίδευση, είτε φιλολογία, είτε κάτι σχετικό και έχουν εξειδικευτεί αργότερα σε κάποιο μεταπτυχιακό όπως αυτά που ανέφερα παραπάνω. Παράλληλα όμως, υπάρχει πάντα στην τάξη κι ένας δάσκαλος μητρικής γλώσσας o οποίος συνήθως είναι από την κοινότητα των παιδιών. Δεν είναι απλά ένας διερμηνέας, μετά από εκπαιδεύσεις, λειτουργεί ως co-facilitator, βοηθάει στην διεξαγωγή των δραστηριοτήτων”.
“Λόγω της μετακίνησης του πληθυσμού, σε ένα τμήμα μπορεί να έχουμε συνέχεια νέες εγγραφές. Κάθε παιδί έχει τη δυνατότητα να γραφτεί οποιαδήποτε στιγμή θέλει, είμαστε αρκετά χαλαροί στο τι ζητάμε. Αν γραφτεί όμως σ’ ένα ήδη προχωρημένο τμήμα και δεν έχει τις βάσεις από προηγούμενα χρόνια, τότε δημιουργείται πρόβλημα, το οποίο λύνεται με τη δημιουργία νέων τμημάτων για αρχαρίους ή μαθήματα πολλαπλών ταχυτήτων, τα οποία είναι ιδιαίτερα απαιτητικά για τους εκπαιδευτικούς. Σε αυτό το κομμάτι είναι πολύ σημαντικοί οι δάσκαλοι μητρικής γλώσσας, αφού σε ένα τμήμα μπορεί να υπάρχουν παιδιά από διαφορετικές εθνικότητες, ο μοναδικός διαχωρισμός γίνεται με βάση τις ηλικίες”.
“Οι περισσότεροι δάσκαλοι μητρικής γλώσσας είναι κι αυτοί πρόσφυγες. Δεν είναι εκπαιδευτικοί με την έννοια ότι δεν έχουν σπουδάσει ως παιδαγωγοί. ‘Έχουν τελειώσει όμως τριτοβάθμια εκπαίδευση, έχουν την ευαισθησία να βοηθήσουν και έχουν περάσει από διάφορες εκπαιδεύσεις από τους δικούς μας εκπαιδευτικούς πάνω σε παιδαγωγικά θέματα. Οι δάσκαλοι μητρικής γλώσσας συνεργάζονται με τους εκπαιδευτικούς σε μικτές ομάδες σε ημερήσια βάση, ενώ παρόντες είναι και ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί. Προβλέπεται μία ώρα, την οποία λέμε ‘teacher learning session’ κι εκεί συζητιούνται όλα τα προβλήματα, συντονίζεται η διδακτική ύλη, υπάρχει ανταλλαγή καλών πρακτικών. Χάρη σε αυτό έχουμε πάει καλά, υποστηρίζει πολύ ο ένας τον άλλο”.
Για την εμπειρία του μας μίλησε και ο Γιώργος Βαγιάκης, εκπαιδευτικός που εργάζεται στο κέντρο της οδού Πατησίων ως συντονιστής πεδίου και βρίσκεται στο πρόγραμμα από το ξεκίνημά του, προσφέροντας υπηρεσίες και μέσω τεχνικών του θεάτρου στην εκπαίδευση. Όπως μας εξήγησε, έμαθε για τη λειτουργία του προγράμματος μέσω του ίντερνετ, έκανε την αίτησή του και πλέον προσφέρει τις υπηρεσίες του, έχοντας δουλέψει ξανά για ένα μικρό διάστημα στο παρελθόν με προσφυγόπουλα.
“Πάνω στο υπάρχον πλάνο του δασκάλου, αναζητούνται τρόποι για το πώς μπορούν να προσεγγίσουν λίγο πιο βιωματικά τις έννοιες της γραμματικής ή της ανάγνωσης. Η βασική πρόκληση για έναν δάσκαλο είναι ότι μέσα σε μια τάξη μπορεί να υπάρχουν μέχρι και 17 διαφορετικές εθνικότητες”.
“Θα περίμενε κανείς ότι τα παιδιά μικρότερων ηλικιών θα είναι πιο δύσκολα διαχειρίσιμα επειδή σε πολλές περιπτώσεις δεν γνωρίζουν ούτε τη μητρική τους γλώσσα, όμως επικοινωνούν καλύτερα με τους δασκάλους τους μέσα από τη γλώσσα του σώματος. Το ίδιο συμβαίνει και στις μεγαλύτερες ηλικίες, υπάρχει μια αρκετά καλή χημεία που κερδίζεται από το δάσκαλο καθημερινά”.
“Κάθε μέρα έχει αλλαγές, κάτι που με κάνει να είμαι συνέχεια πιο παραγωγικός. Μαθαίνουμε κι εμείς οι ίδιοι μέσα από το πρότζεκτ”, θα πει ο Γιώργος.
Στη δομή των Πατησίων γνωρίσαμε όμως και την γλυκύτατη Μπασίρα απ’ το Αφγανιστάν, όπου και έμαθε άψογα αγγλικά. Είναι 22 χρονών, βρίσκεται στην Ελλάδα τον τελευταίο 1,5 χρόνο και πρωτοήρθε στο πρόγραμμα για να ξεκινήσει μαθήματα ελληνικών (τα οποία μιλάει εξαιρετικά, άλλο αν με μένα ντράπηκε και μου απάντησε στα αγγλικά). Πλέον, εργάζεται ως δασκάλα μητρικής γλώσσας και περιέγραψε την εμπειρία της:
“Είχα ακούσει ότι είναι ένα πρότζεκτ στο οποίο εκτός από τα παιδιά, μπορούν να μάθουν κάποια πράγματα και οι γονείς, όπως ελληνικά και αγγλικά. Είχα ακούσει πολλά καλά πράγματα και με ενδιέφερε”.
“Μεταφράζω και για ένα μήνα είχα και δική μου τάξη. Μου αρέσει πολύ να δουλεύω με παιδιά και να μαθαίνω σε προσφυγόπουλα πράγματα για το πώς έχει η κατάσταση. Είμαι κι εγώ πρόσφυγας, καταλαβαίνω τα προβλήματά τους. Βλέπω ότι θέλουν να μάθουν και δεν μπορούν, δεν έχουν τους τρόπους και αυτό το πρόγραμμα τα βοηθάει”.
Η μεταπήδηση στο ελληνικό σχολείο
Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε, είναι πως το πρόγραμμα της Έλιξ λειτουργεί σαν προετοιμασία των παιδιών για την μετακίνηση στο πρόγραμμα των ελληνικών σχολείων. Κατά πόσο έχει επιτευχθεί αυτός ο στόχος;
“Δυστυχώς, το ποσοστό των παιδιών που έχουν μεταπηδήσει στο κανονικό πρόγραμμα ενός σχολείου δεν είναι πολύ υψηλό, είναι κάτω από 20%. Δεν έχουμε όμως τα ακριβή στοιχεία, γιατί παρότι κάποια παιδιά εγγράφονται, δεν παραμένουν στο σχολείο, κάτι που εξηγείται καθώς οι εκπαιδευτικοί ενός δημόσιου σχολείου δεν έχουν τις δεξιότητες για να τα αντιμετωπίσουν. Οι δάσκαλοι του προγράμματός μας περνάνε συνεχείς εκπαιδεύσεις σε διαπολιτισμικά θέματα κι εναλλακτικές μεθόδους διδασκαλίας κι έχουν διαρκή υποστήριξη. Σε κάποια σχολεία δεν υπάρχουν καν ξεχωριστά τμήματα για τα παιδιά αυτά, κάτι που είναι δύσκολο για τα ίδια, τα οποία μένουν πίσω, απογοητεύονται και τελικά σταματάνε. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα τώρα, βλέπουμε ότι γίνονται προσπάθειες κι απ’ το Υπουργείο, αλλά αυτά τα πράγματα δεν γίνονται απ’ τη μια μέρα στην άλλη” παραδέχεται η Ιωάννα και συνεχίζει:
“Τη νέα χρονιά, όπως και πέρσι, πολλά κέντρα μας θα είναι εντός σχολείου. Μετά το πέρας των κανονικών μαθημάτων, ξεκινάνε τα δικά μας, κι εκεί έγινε μια προσπάθεια επικοινωνίας με τους δασκάλους. Φέτος θέλουμε αυτό να είναι ακόμα πιο έντονο και θέλουμε να υπάρχει μια κινητή ομάδα που θα μπορεί να κάνει αυτή τη σύνδεση. Θέλουμε να είμαστε σε τουλάχιστον 5 σχολεία στην Αττική, οι διευθυντές έχουν ήδη δεχτεί να συνεργαστούν, υπάρχουν γραμμένα παιδιά το πρωί και θα ξεκινήσει μια συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς που ελπίζουμε ότι θα αναπτυχθεί. Θέλουν πάρα πολύ την παρουσία μας”.
“Η εξέλιξη των μαθητών που βρίσκονται μαζί μας από το ξεκίνημα είναι εντυπωσιακή. Τα παιδιά που ξεκίνησαν μαζί μας και στη συνέχεια γράφτηκαν στο σχολείο, συνεχίζουν, αλλά δεν είναι αρκετά, θέλει κι άλλο”.
“Εμείς αυτό που ευχόμαστε είναι στο μέλλον να κάνουμε μόνο ενισχυτική διδασκαλία, να πηγαίνουν όλα τα παιδιά στο σχολείο κι εμείς απλά να τα βοηθάμε στην μελέτη”. Όσο για το αν τα παιδιά έχουν έρθει αντιμέτωπα με φαινόμενα ρατσισμού στην παρουσία τους στα σχολεία, τα λόγια της Ιωάννας μας γεννούν ελπίδα κι αισιοδοξία:
“Σε γενικές γραμμές, εγώ έχω ακούσει πολύ θετικά λόγια, και απ’ τους γονείς και απ’ τα παιδιά για το πόσο καλά τους φερόμαστε οι Έλληνες. Προφανώς έχουν γνωρίσει εκπροσώπους από οργανισμούς που τους έχουμε δεχτεί πολύ ζεστά. Σε μένα δεν έχει μεταφερθεί κάποιο περιστατικό ρατσισμού, θεωρούν ότι οι Έλληνες είμαστε πολύ θερμοί απέναντί τους. Οπωσδήποτε βέβαια, αν ένα παιδί βρεθεί σε μια τάξη μόνο με Έλληνες κι είναι το μόνο που δεν μιλάει τη γλώσσα καλά, είναι εύκολο να στοχοποιηθεί κι εκεί ίσως υπήρξαν περιστατικά. Αλλά κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε παιδί, δεν θεωρώ ότι είναι δείγμα ρατσισμού”.
Φεύγοντας, περάσαμε από μία ακόμη αίθουσα, στην οποία 7 παιδιά ηλικίας 6-7 ετών, καθόντουσαν κυκλικά στα καρεκλάκια τους και σχημάτιζαν τα ονόματά τους χρησιμοποιώντας πολύχρωμα καπάκια. Ο μικρός Mohammad, χρησιμοποιώντας πράσινα, λευκά και μπλε καπάκια, τα κατάφερε σχετικά εύκολα και με ένα τεράστιο χαμόγελο έτρεξε να κολλήσει το πράσινο χαρτόνι στον τοίχο, δίπλα στα ονόματα της Rafif, του Fahd και της Zahra. Για δύο ώρες, κάνοντας ασκήσεις προγραφής για να προετοιμαστούν για την πρώτη δημοτικού, τα 7 πιτσιρίκια αισθάνονται ότι έχουν μια φυσιολογική παιδική ηλικία.
Χάρη στο έργο των δασκάλων τους, η απάντηση “Καλά είμαι” στην ερώτηση “Τι κάνεις;” που απευθύνει το λευκό χαρτόνι με τα μωβ γράμματα στον τοίχο, μοιάζει να είναι αληθινή και είναι ένας υπέροχος λόγος για να χαμογελάσουμε όλοι μαζί με τα παιδιά.
_________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου