Το ενδιαφέρον για τις ελληνικές σπουδές αυξάνεται διαρκώς στην Κίνα. Το διαπιστώνει κανείς με την ενίσχυση των τμημάτων ελληνικής γλώσσας και την εξαγγελία ίδρυσης νέων, την ίδρυση ερευνητικών κέντρων και την αύξηση των υποτροφιών για σπουδές στη χώρα μας. Οι λόγοι οφείλονται στη σπουδαιότητα που αναγνωρίζουν οι Κινέζοι στον ελληνικό πολιτισμό, στη γοητεία που ασκεί πάνω τους και στην πίστη ότι η γνώση του συμβάλλει στην κατανόηση του δυτικού κόσμου.
Η γνωριμία των Κινέζων με την ελληνική σκέψη ανέρχεται στο έτος 1607, χάρη στη μετάφραση, από τα λατινικά, των Στοιχείων του Ευκλείδη. Πρόκειται για το πρώτο δυτικό κείμενο που μεταφράστηκε στα κινεζικά από τον Ιταλό ιησουίτη Ματέο Ρίτσι και τον Κινέζο λόγιο Σι Γκουανγκτσί.
Τα μαθηματικά και η αφηρημένη λογική σκέψη των Ελλήνων εντυπωσίασαν βαθιά τους Κινέζους, αν και παρέμειναν γνωστά σε έναν στενό κύκλο μορφωμένων. Σύμφωνα με τον Σι Γκουανγκτσί, «αν κάποιος μπορεί να μάθει καλά αυτό το βιβλίο, δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί να μάθει». Ακολούθησαν μεταφράσεις του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, αλλά αυτή η γόνιμη πνευματική επικοινωνία με τη Δύση σταμάτησε με την άνοδο των Τσινγκ στην εξουσία (1644).
Χρειάστηκε να παρέλθουν μερικοί αιώνες για να γίνει η δεύτερη συνάντηση με την ελληνική σκέψη, χάρη σε ορισμένους νεαρούς Κινέζους που, στα τέλη του 19ου-αρχές του 20ού αιώνα, σπούδασαν σε γιαπωνέζικα και αμερικανικά πανεπιστήμια. Στην προσπάθειά τους να γνωρίσουν τη δυτική επιστήμη και τον δυτικό πολιτισμό ανακάλυψαν ότι οι απαρχές τους βρίσκονται στην Ελλάδα, γι’ αυτό κάποιοι, ενθουσιασμένοι, αποφάσισαν να αλλάξουν κατεύθυνση σπουδών.
Ετσι, ο Τσόου Τζουορέν (αδερφός του πατέρα της σύγχρονης κινεζικής λογοτεχνίας, Λου Σουν), ενώ πήγε στην Ιαπωνία να σπουδάσει μηχανικός, αφοσιώθηκε στη μελέτη και τη μετάφραση της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Το 1917 έγινε ο πρώτος καθηγητής Αρχαίων Ελληνικών και Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πεκίνου, το αρχαιότερο και καλύτερο κινεζικό πανεπιστήμιο.
Ο Λούο Νιανσένγκ σκόπευε να σπουδάσει αμερικανική λογοτεχνία όταν έφτασε στην Αμερική, αλλά τελικά στράφηκε στις κλασικές σπουδές. Ηταν ο πρώτος Κινέζος φοιτητής στη χώρα μας, το 1933. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Πεκίνου, υπήρξε ερευνητής στην Κινεζική Ακαδημία Κοινωνικών Επιστημών και αφιέρωσε τη ζωή του στη μετάφραση της τραγικής ποίησης και της αριστοφανικής κωμωδίας, καθώς και στη σύνταξη του πρώτου ελληνοκινεζικού λεξικού.
Μισό αιώνα αργότερα, ο Τσεν Μινχουά πήγε στην Αμερική για διδακτορικές σπουδές, αντί όμως για τον Σέξπιρ, που αρχικά σκεφτόταν, προτίμησε τα αρχαία ελληνικά και τον Ομηρο. Σήμερα είναι καθηγητής και ερευνητής στην Κινεζική Ακαδημία Κοινωνικών Επιστημών και ο σημαντικότερος μελετητής του Ομήρου στην Κίνα.
Το ενδιαφέρον για τις ελληνικές σπουδές είχε εν τω μεταξύ εκφραστεί επισήμως τη δεκαετία του ’50 με την πρόσκληση Σοβιετικών ιστορικών να διδάξουν Ελληνική Ιστορία σε διάφορα πανεπιστήμια. Το πρόγραμμα όμως διακόπηκε κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης (1966-1976).
Με το άνοιγμα της Κίνας επανήλθε και το ενδιαφέρον για τις ελληνικές σπουδές. Οι Κινέζοι νιώθουν τεράστιο σεβασμό για τον ελληνικό πολιτισμό ως τον «άλλο» μεγάλο πολιτισμό που, μαζί με τον κινεζικό, αποτελεί έναν από τους πυλώνες του παγκόσμιου πολιτισμού. Επιπλέον, η επιθυμία τους να κατανοήσουν τη σκέψη, τους θεσμούς και τις αξίες της Δύσης, τους οδηγούν αναπόφευκτα στις απαρχές του δυτικού πολιτισμού και στη χώρα όπου αυτός γεννήθηκε.
Για έναν λαό, όπως ο κινεζικός, που σέβεται το παρελθόν του και αντλεί από αυτό, που επανέρχεται στα αρχαία του κείμενα και τα ερμηνεύει υπό το φως των νέων συνθηκών, η γνώση του ελληνικού κόσμου και η μελέτη των θεμελιωδών κειμένων του από το πρωτότυπο αποτελεί, δηλαδή, συνθήκη αναγκαία για την κατανόηση της Δύσης και την αποτελεσματική συνεργασία μαζί της σε όλους τους τομείς.
Πρόκειται για γνώση πολύτιμη που μας βοηθάει να αποφύγουμε ανεπανόρθωτα λάθη, όπως τόνισε πρόσφατα ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ. Σε συνάντησή του στο Πεκίνο, με προσωπικότητες διεθνούς εμβέλειας, ο Κινέζος πρόεδρος άρχισε την ομιλία του περιγράφοντας τη ναυμαχία της Σαλαμίνας και το δίδαγμα που εξάγεται από αυτήν.
Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται κατανοητή η εισήγηση του Κινέζου πρωθυπουργού Λι Κετσιάν για ενίσχυση της διδασκαλίας των Ελληνικών. Εισήγηση που έγινε μετά την επίσημη επίσκεψή του στη χώρα μας, τον Ιούνιο του 2014, και τη διαπίστωση ότι υπάρχει έλλειψη έμπειρων διερμηνέων ελληνικής γλώσσας.
Ερχεται, έτσι, αυθόρμητα η ερώτηση: Δεν αντιλήφθηκε κανένας Ελληνας πρωθυπουργός που επισκέφθηκε το Πεκίνο τα τελευταία 35 χρόνια ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει κανένας διερμηνέας κινεζικής γλώσσας;
*αναπ. καθηγήτρια Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πεκίνου
_____________
http://www.efsyn.gr/arthro/oi-ellinikes-spoydes-stin-kina
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου